Πανδώρα 

της Φραντζέσκας Μάνγγελ

Στέκομαι έξω απ’ το σπίτι. Τα απέναντι φώτα τρεμοπαίζουν. Από κάποιο μπαλκόνι ακούγεται  ένα χριστουγεννιάτικο ταγκό. Περιφέρω τα πόδια μηχανικά. Φορώντας τις παντόφλες.

Ποια ιστορία να της πω;

Στα χέρια κουδουνίζω ένα κουτάκι. Το έχω κόψει εδώ και χρόνια. Έμεινε μόνο το σπιρτόκουτο σε ένα συρτάρι του γραφείου. Βγάζω ένα σπίρτο. Βγάζω τις παντόφλες. Αγγίζω με πέλματα γυμνά τις πλάκες της αυλής. Πίσω απ’ το τζάμι το τραπέζι είναι στρωμένο.Μετρώ τις άδειες θέσεις, τα λιγοστά σερβίτσια. Το σπίρτο ανάβει. Αυτοί που λείπουν, έρχονται. Το σπίρτο σβήνει. Αυτοί που ήρθαν, χάνονται. Καλύτερα έτσι. Έτσι πρέπει, μονολογώ και φέρνω γύρους ξυπόλητη. Ανάβω ακόμα ένα. Για να τους δω ξανά.    

Ποια ιστορία να της πω;

Ρωτώ το δέντρο που στήσαμε νωρίς. Να γεμίσειο χρόνος ο βραδύπους που δεν λέει να κουνηθεί. Αύριο το πρωί εκεί θα βρει το δώρο της. Να της πω για αυτά τα δώρα. Για τους μασκοφόρους Άι Βασίληδες που τα φέρνουν φέτος πάνω σε ιπτάμενα μηχανάκια. Θα της αρέσει. Να της πω και για τους Ρομπέν των Πόλεων που ζουν μέσα στα σούπερ μάρκετ και γεμίζουνε τα ράφια να έχουν τα σπίτια τρόφιμα και τα παιδιά λιχουδιές. Να της μιλήσω για τους πιο γενναίους˙ τους ατρόμητους ήρωες με τις γαλανόλευκες στολές που μάχονται μέρα νύχτα και στέκονται άγρυπνοι φρουροί στις όχθες του Αχέροντα μην μπει κανένας μέσα. Τι άλλο; Τι άλλο θα της πω; Να της μιλήσω για τον χρόνο; Τον βιαστικό και ανυπόμονο που μια ζωή μας τρέλαινε μα πάγωσε μια νύχτα κι απλώθηκαν ακίνητες οι μέρες της Μαρμότας; Για αυτά ίσως μπορώ να της μιλήσω. Για τον χρόνο, τις νίκες, τους πολεμιστές. Για τη δύναμη, την υπομονή και την αυτοθυσία. Θα παραλείψω τις μικροψυχίες. Τις φιλονικίες. Τη σκληρότητα, την αδικία, τη ντροπή της φύσης μας σαν χάνονται ζωές.Θα αφήσω στην άκρη το φόβο για τα όσα ζούμε. Την αγωνία για το τι θα έρθει. Τις αντοχές μας που λιγοστεύουν. Μαζί με όσα φτιάχναμε εδώ και μια ζωή. Όχι, δεν θα μιλήσω τώρα για αυτά. Δεν είναι η ώρα κι εκείνη είναι πολύ μικρή. Είμαι μικρή. Και κουρασμένη για να σκέφτομαι και να φοβάμαι άλλο. Προτιμώ να θυμηθώ.

Ανάβω κι άλλο σπίρτο. Μέσα στη λάμψη του σπινθηρίζουν περασμένα Χριστούγεννα. Ελεύθερα χαμόγελα και σφιχτές αγκαλιές. Φωταγωγημένοι δρόμοι, γιορτινές παραστάσεις, γεμάτα θέατρα και σινεμά. Κουδούνια που χτυπούν, πόρτες που ανοίγουν, ποτήρια που υψώνονται, τραγούδια, χοροί κι ευτυχισμένα ξενύχτια.

Περπατώ ακόμη πάνω κάτω. Δεν περνούν αυτές οι μέρες. Δεν περνούν οι γιορτές. Τα χέρια μου αδειανά. Τα σπίρτα έχουν σωθεί. Τα τραγούδια έχουν παύσει. Τούτη η χρονιά τελειώνει. Στέκομαι έξω και κοιτώ τα αστέρια. Πέφτουν πολλά απόψε. Έπεσαν πολλά τους τελευταίους μήνες. Γέμισε ο ουρανός ψυχές που τώρα ταξιδεύουν. Θέλω να τους τιμήσω μας δεν έχω φωνή. Θέλω να της μιλήσω μα δεν βρίσκω τα λόγια.

Ποια ιστορία να της πω;

Εκείνη για το τρομερό πιθάρι που άνοιξε πριν έναν χρόνο και μέσα σ’ όλα τα δεινά, απέμεινε τελευταία στον πάτο η Ελπίδα; Ναι. Αυτή θα πω. Απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο παιδικές φωνές τραγουδούν. Τη βλέπω να ξεπροβάλλει και τραγουδώ μαζί τους.Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι το "Δόξα εν Υψίστοις"και τούτο Άξιον εστί η των ποιμένων πίστις.

Το τελευταίο βιβλίο της Φραντζέσκα Μάνγγελ «Καχαραμπού – Η νύχτα του Σαουίν» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο